Μεγαλώνουμε στην ακρογιαλιά, απέναντι στις γραμμές των οριζόντων, την ισχυρότερη πρόκληση για ταξίδι. Όσο πλησιάζουμε την πρώτη γραμμή, αυτή ξεμακραίνει και μεταμορφώνεται σε αέναο προορισμό. Κι όλο μας πηγαίνει πιο μακριά, κι όλο κάνουμε δικό μας τον άγνωστο κόσμο που αισθανόμαστε ότι υπάρχει, χωρίς να τον έχουμε δει. Το ταξίδι δεν είναι διάλειμμα στην καθημερινότητα, αλλά κοσμοθεωρία, τρόπος ζωής.
Στο λίκνο μας, το Αιγαίο, που είναι και λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού, οι άνθρωποι άδραξαν με δύναμη το κουπί, πριν καν διανοηθούν να πιάσουν το αλέτρι του γεωργού και το ραβδί του ποιμένα. Η θάλασσα δεν ήταν ποτέ τα υγρά τείχη του περίκλειστου μικρόκοσμού μας, αλλά η ανοιχτή λεωφόρος που έκανε τα όριά μας απέραντα, μέχρι την άκρη της Γης. Ο κόσμος όλος, ο κόσμος μας, αρμενίζει στα πέλαγα και στους ωκεανούς, πάντα, σύμφωνα, με την αρχέγονη πίστη του σοφού Θαλή, του αρχηγού των Ελλήνων φιλοσόφων, από την ανοιχτή στους μεγάλους πολιτισμούς της Ανατολής και στα ταξίδια, Μίλητο της Ιωνίας. Κι ακόμη πιο πριν, ο θείος Όμηρος, μακάριζε τον Οδυσσέα που, από επιλογή ή από ανάγκη, αδιάφορο, είδε τις πόλεις πολλών ανθρώπων και γνώρισε τις σκέψεις τους. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τον κόσμο χωρίς μύθους, ιδέες, τραγούδια, εικόνες, περιπέτειες, αφηγήσεις, ιστορίες, συναισθήματα, συγκίνηση.
Οι θαλασσινοί έχουν ερωτική σχέση με το ταξίδι. Δεν βλέπουν τον προορισμό τους, αλλά τον οραματίζονται. Πηδούν μέσα στο ταξίδι και ταξιδεύουν προς τα εκεί σπουδάζοντας τις μακρινές στεριές και τους εαυτούς τους. Τολμούν να αφήσουν από τα μάτια τους τη στεριά, χωρίς να χάσουν τον προσανατολισμό τους. Και μαθαίνουν από αυτή την αποκοτιά τους. Ταξιδεύουν για να αλλάξουν τη ζωή τους, να εμπλουτίσουν την ταυτότητά τους. Κι όντως, το ταξίδι αλλάζει τη ζωή μας, αλλά και εμάς τους ίδιους. Αλλάζει τον κόσμο όλον.
Δεν πάμε ταξίδι, αλλά το ταξίδι μας πάει. Κι όσο μπαίνουν στο διαβατήριό μας, η μια μετά την άλλη, οι ανεξίτηλες σφραγίδες, όσο πιο μακριά πάμε, τόσο πιο πολύ αισθανόμαστε τον νόστο. Το ταξίδι έχει νόημα όταν υπάρχει λιμάνι επιστροφής. Αλλιώς είναι μια άσκοπη περιπλάνηση. Κι όταν με το καλό επιστρέφουμε στην εστία, σμίγουμε με τους συντρόφους μας γύρω από το τραπέζι-γιορτή. Έτσι κάνουμε πάντα σε όλες τις ακριβές περιστάσεις. Το στρωμένο τραπέζι είναι μοιράσματα αγάπης και χαράς. Αλλά κάθε μέρα είναι για εμάς η ώρα του φαγητού επίσημη έως και ιερή τελετουργία. Ο σύντροφος, αυτός δηλαδή που μοιραζόμαστε το φαγητό στο ίδιο τραπέζι, είναι ο ισχυρότερος δεσμός και ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής.
Το τραπέζι μας είναι πάντα πλούσιο, όχι γιατί τα φαγητά μας είναι πολλά, ακριβά και εξωτικά, αλλά γιατί είναι νόστιμα, έχουν δηλαδή τη γεύση του νόστου, της επιστροφής στη μικρή πατρίδα. Δεν τα μαγείρεψαν χέρια επιτηδευμένα στον εντυπωσιασμό, αλλά στην αγάπη. Ούτε τα συστατικά τους αναμιγνύονται με χημική γνώση, αλλά με φυσική έγνοια. Το φυσικό και το αυθεντικό είναι σήμερα πολυτελή. Όλες εκείνες οι τροφές των εποχών της φτώχειας και της ανέχειας, που θελήσαμε κάποτε να τις διώξουμε από τη μνήμη μας, είναι σήμερα πλούτος. Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν τα ξεχάσαμε ποτέ, αλλά κατά βάθος αυτή ήταν η ταυτότητα του μέλους της φυλής της μικρής πατρίδας μας, στην οποία πάντα θέλαμε να δείχνουμε ότι ανήκουμε.
Η γλώσσα μας έχει το σπουδαίο χάρισμα να φορτίζει τις λέξεις και να περιπλέκει τα πράγματα. Στις ακρογιαλιές του Ομήρου, νόστιμος και νοσταλγία είναι τόσο διαφορετικές έννοιες, όσο και όμοιες. Η νοσταλγία, η γνώση δηλαδή που κερδήθηκε σε περασμένους καιρούς, με άλλα λόγια η παράδοση, κάνει το φαγητό μας πιο νόστιμο. Παράδοση σημαίνει αλλαγή. Οτιδήποτε παραδίδεται από τη μια γενιά στην άλλη κινείται από εποχή σε εποχή και ενσωματώνει τα χαρακτηριστικά της. Είναι ζώσα παράδοση γιατί περικλείει την εσωτερική δύναμη να αλλάζει. Ό,τι δεν κινείται μένει πίσω σε μιαν άλλη εποχή, χορταριάζει και φυτοζωεί ή πεθαίνει. Αυτό που έχει σημασία είναι η κουλτούρα που κρύβουν μέσα τους τα πράγματα. Ένα φαγητό είναι πεντανόστιμο όχι μόνο γιατί τα υλικά του είναι καλά και έχει μαγειρευτεί με τέχνη, αλλά γιατί φτιάχτηκε με έγνοια και μετουσιώνει σε γεύση την εμπειρία του τόπου. Επιπλέον μας αφηγείται και την ιστορία του που είναι μέρος και της Ιστορίας του τόπου. Οι ιστορίες, οι συμβολισμοί και οι ιδεολογίες αυξάνουν την απόλαυση των πραγμάτων.
Οι απολαύσεις είναι καθημερινή υπόθεση. Ακόμα και τα όνειρα. Ζώντας πάνω στη γραμμή της πλέον περιπαθούς ερωτικής συνεύρεσης της στεριάς με τη θάλασσα, προγραμματίζουμε τη ζωή μας με όνειρα. Ίσως γιατί η απεραντοσύνη της θάλασσας αφήνει ελεύθερο το νου να πετάξει μακριά. Ή γιατί η ίδια η θάλασσα φέρνει νέες σκέψεις και καινούργιες ιδέες. Να, όπως ένα βότσαλο που λειαίνει υπομονετικά και αδιάκοπα το κύμα. Φαντάζεστε κανέναν άλλον τρόπο να εμπνεύστηκαν οι άνθρωποι της εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο τα αενάως μοντέρνα κυκλαδικά ειδώλια, εκτός από την επέμβαση επάνω στα προετοιμασμένα από την επιμονή της θάλασσας βότσαλα; Κι εκείνα τα υπέροχα χταπόδια που αγκαλιάζουν τα μινωικά αγγεία, έτοιμα να σαλέψουν τα πλοκάμια τους στον ενάλιο ρυθμό του προϊστορικού Αιγαίου, η θάλασσα δεν τα έφερε μπροστά στα πόδια τους; Οπουδήποτε αλλού η Τέχνη αναδύθηκε από τα σκοτεινά βάθη των σπηλαίων, αλλά στο Αιγαίο ξεκίνησε από την ακτογραμμή, όπως και κάθε ταξίδι. Η ακρογιαλιά είναι ένα εργαστήριο ονείρων, όπως και τα ατελιέ των καλλιτεχνών.
Ο νους και η ψυχή του έργου τέχνης είναι το μήνυμα που μεταφέρει ενσωματωμένο στην εικόνα του. Μας σεργιανά πέρα από την πραγματικότητα για να αλλάξει την εντύπωσή μας γι’ αυτήν, να μας προσφέρει μια νέα ιδέα που θα κάνει τη ζωή μας καλύτερη και πιο απολαυστική. Κι όλα τα άλλα πράγματα, και το φαγητό και τα ταξίδια, τα κάνει καλύτερα και απολαυστικότερα η ιδέα, το μήνυμα και ο συμβολισμός που κουβαλούν μαζί τους. Τίποτε δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται, αλλά και εκείνο που σημαίνει. Την αξία την έχουν μέσα τους τα πράγματα και δεν είναι μόνο αισθητή, αλλά και πνευματική. Για τους μεγάλους δασκάλους μας αυτή ήταν η ουσία της ευδαιμονίας, για τον Πλάτωνα η ζωή σε συστοιχία με τον κόσμο των ιδεών, για τον Αριστοτέλη με τις ηθικές αρετές, για τον Επίκουρο με τη φύση. Ευδαιμονία για τους αρχαίους Έλληνες ήταν η πεμπτουσία της ζωής, ο σκοπός της, το υπέρτατο δώρο της. Δεν πάψαμε ποτέ να την αναζητούμε, όχι απλώς για να χορτάσουμε τις αισθήσεις μας, αλλά και τον νου μας.
Οι φιλόσοφοι πρόγονοί μας, και ιδιαιτέρως ο θείος Αριστοτέλης, δεν κουράστηκαν ποτέ να πασχίζουν για να μας κάνουν φρόνιμους, να μιλούν στο νου μας, σαν να ζουν ανάμεσά μας και να είναι του κόσμου τούτου. Ποτέ κανείς δεν είναι πιο κοσμοπολίτης από εκείνους. Κατά μίαν έννοια όλος ο κόσμος είναι απόγονός τους. Πρωτίστως του Αριστοτέλη, ο οποίος είπε ότι η ευδαιμονία είναι ενέργεια της ψυχής και έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τις πράξεις μας. Οι ενέργειές μας δίνουν αξία στη ζωή μας. Λέει ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια:
«έοικε δη το ζην είναι κυρίως το αισθάνεσθαι ή νοείν. το δε ζην καθ’ αυτό αγαθών και ηδέων (…)»
«Φαίνεται, λοιπόν, ότι το να ζούμε – με την πλήρη σημασία του όρου – συνίσταται στο να αισθανόμαστε και να σκεφτόμαστε· και το να ζούμε είναι από εκείνα τα πράγματα, που είναι καθαυτά αγαθά και ευχάριστα (…)»
Μόνο, που εμείς δίνουμε μεγαλύτερη σημασία στις αισθήσεις μας, ενώ εκείνοι στο νου. Μας κρατούν όμως με αυτή την επιμονή τους σε ισορροπία ανάμεσα στα αισθητά και στα νοητά. Εκείνοι σκέφτηκαν ότι η ευτυχία είναι αυτάρκεια και ότι το αγαθό περικλείει την ομορφιά, την ηδονή και τη χρησιμότητα. Αλλά και η ύλη των πραγμάτων κλείνει μέσα της την ομορφιά, την ηδονή και τη χρησιμότητα, τα οποία εμπλουτίζει και αυξάνει η ιδεολογία τους, το πνευματικό κομμάτι τους, η ψυχή τους. Η ηδονή, βασικό συστατικό της ευδαιμονίας, δεν είναι απλώς η εκπλήρωση μιας ανάγκης, όπως η πείνα, αλλά βρίσκεται σε άμεση συνάφεια με την έλλογη φύση μας και το θεωρητικό βίο μας. Καλή, διανοητική, μας όρεξις.
Η γαστρονομία, πέρα από τα υλικά της και τους συνδυασμούς τους, εκφράζει μια ταυτότητα και μια αισθητική. Το ταξίδι, το πνεύμα του τόπου και μια οπτική γωνία να βλέπεις τη ζωή. Η τέχνη, τη γοητεία του ονείρου που γίνεται πραγματικότητα. Αυτός ο πολιτισμός των καθημερινών απολαύσεων συνθέτουν τη δική μας ευδαιμονία. Για τη δική μας ευδαιμονία, το φαγητό, το ταξίδι, η τέχνη, δεν είναι ηδονικά μόνο γι αυτό που είναι, αλλά και για την κουλτούρα τους, που απογειώνει την απόλαυσή τους και εξωραΐζει τη ζωή μας.
Νίκος Γ. Μαστροπαύλος