Με τον Καστοριάδη στον «Κάβο» και στο πανηγύρι του Τριπόταμου της Τήνου

Τριπόταμος Τήνου, Νοέμβριος 2015. Όχι, δεν είναι υστερόγραφο σε κάποιο από τα δοκίμια του Κορνήλιου Καστοριάδη που εκπορεύτηκαν από εδώ και έκαναν γρήγορα τον γύρο του κόσμου. «Καιρός», Τριπόταμος, Τήνος, Αύγουστος 1986 ή «Χώροι του Ανθρώπου», Τριπόταμος, Τήνος, Σεπτέμβριος 1995. Πάει καιρός που δεν ακούστηκε η παλιά γραφομηχανή στο σοκάκι του εσωτερικού χωριού της Τήνου. Πάει καιρός που ο Κορνήλιος είχε φύγει, όχι προσωρινά μέχρι το επόμενο καλοκαίρι, όπως συνήθως συνέβαινε, αλλά για πάντα. Το μικρό του όνομα, όμως, ακουγόταν συνεχώς την ημέρα του πανηγυριού στο χωριό του και γύριζε μαζί μας από σπίτι σε σπίτι που είχε στρωμένο τραπέζι, έτρωγε, έπινε και γλεντούσε τη ζωή και τη σκέψη όπως ήξερε να κάνει, όπως μας πρότεινε να κάνουμε. Φαντασία, φαντασιακό, δημιουργία, αυτονομία, μεταμόρφωση.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
«Η κεντρική ιδέα επ’ αυτού είναι ότι το νέο μόνο μέσω της σημασίας που προσδίδει στο παλαιό μπορεί να το οικειοποιηθεί. Ή, για να αντιστρέψουμε την πρόταση, το παλαιό δεν είναι δυνατό να αφομοιωθεί από το νέο παρά μόνο με τη σημασία που του προσδίδει το νέο.»
(«Η ελληνική ιδιαιτερότητα, Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο, Σεμινάρια 1982-1983», εκδόσεις Κριτική.)
Η κυρία Ευαγγελία μας μυεί μπροστά στην εικόνα των Εισοδίων της Θεοτόκου – αυτή που κάνει πάντα ποδαρικό την Πρωτοχρονιά στα σπίτια του Τριπόταμου – στο παμπάλαιο έθιμο του «Κάβου», η σπουδαιότερη, ίσως, εκδήλωση του «κοινωνικού φαντασιακού», όπως θα έλεγε ο Καστοριάδης, του μικρού χωριού στη σκιά του επιβλητικού, πέτρινου, Ξώμπουργου, από το οποίο εκπορεύονται οι ιδιαίτεροι θεσμοί που ρυθμίζουν τη ζωή των ανθρώπων σε ένα σημείο μόνο, της ελαχιστότατης κουκίδας επάνω στην υδρόγειο, όπως είναι η Τήνος. Πώς γίνεται και υπάρχει μια τέτοια πολυμορφία πραγμάτων, αναρωτιέται ο Κορνήλιος. «Το παν υπόκειται συνεχώς σε αλλαγή και αναδημιουργία. (…) Είναι όμως σαφές ότι υπάρχει ένας αληθινός χρόνος, ο χρόνος της μεταβολής. (…) Η Ιστορία δεν είναι αποτέλεσμα συνδυασμού ίδιων στοιχείων. Η Ιστορία είναι δημιουργία νέων στοιχείων».
Η κυρία Ευαγγελία ονοματίζει συχνά τον Κορνήλιο, ωσάν να ήταν ένας από τους αυτόχθονες που μόνο αυτοί συμμετέχουν στο μεγάλο τραπέζι που παραθέτει στους αρχηγούς των οικογενειών του χωριού ανήμερα τα Χριστούγεννα ο Κάβος. «Θυμάσαι που έστησαν τα τζάκια για τα μεγάλα καζάνια πίσω από το σπίτι του Κορνήλιου;» ή «όταν το σπίτι του Κάβου δεν χωρούσε, έκαναν το τραπέζι στου Κορνήλιου». Μιλούν για το έθιμό τους και τα μάτια τους λάμπουν. Ίσως να μίλησαν και σε εκείνον γι αυτό – θα έλειπε όταν η θητεία του Κάβου κορυφωνόταν με τα τραπέζια των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς – και σίγουρα θα διέκρινε και εκείνος τη συγγένεια με τους θεσμούς της αρχαίας ελληνικής πόλης που όρισε εν πολλοίς την σκέψη του. Οι χορηγίες εδώ λέγονται «Κάβος».
«Δεν είναι μόνον το ότι οι άνθρωποι “μένουν” εν κοινωνία. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να υπάρχουν παρά εντός και διά (ή μέσω) της κοινωνίας. (…) Γιατί εμείς οι Ευρωπαίοι δεν μπορούμε να χορέψουμε ορισμένους χορούς όπως τους χορεύουν οι Αφρικανοί; Αυτό δεν είναι “φυλετικό”: είναι κοινωνικό. Λέμε συνήθως “πολιτισμικό”: αυτό σημαίνει κοινωνικό.»
(«Ακυβέρνητη Κοινωνία, Συνεντεύξεις & συζητήσεις 1974 – 1997», εκδόσεις Ευρασία).

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Κάβος είναι ένα προχωρημένο σημείο της στεριάς μέσα στη θάλασσα ή αυτός που χορεύει στην κορυφή του χορού και δίνει τον ρυθμό του, συγχρονισμένος ό ίδιος με τα όργανα. Γενικώς είναι αυτός που μπαίνει μπροστά. Και ο Κάβος του Τριπόταμου έμπαινε μπροστά για να αναλάβει κατ’ αρχήν την φροντίδα του καθεδρικού ναού και μετά τις εκδηλώσεις συνοχής του χωριού, την τράπεζα του μονιάσματος των Χριστουγέννων και το τραπέζι της παράδοσης στον επόμενο Κάβο της Πρωτοχρονιάς.
Η τράπεζα δεν είναι τυχαίος χαρακτηρισμός του συμποσίου των Χριστουγέννων, στο οποίο συμμετέχουν μόνον οι άνδρες αρχηγοί των οικογενειών του χωριού – οι γυναίκες τρώνε μετά –, γιατί έχει πολλά κοινά στοιχεία με τη λειτουργία του φαγητού στις μονές του Αγίου Όρους. Μόνο που εδώ τρώνε κρέας, ρόστο – κοκκινιστό μοσχάρι σε φέτες -, στιφάδο, λαχανοντολμάδες και γλώσσα μοσχαρίσια, που οι άνδρες μάγειροι προσφέρουν στον Κάβο για προστασία από τη «γλωσσοφαγιά». Πίνουν το κρασί από τάσι και όχι από ποτήρι. Και εκεί, γύρω από την τράπεζα, η ευδαιμονία του φαγητού και του κρασιού, η γλυκύτητα της Γέννησης του Χριστού και η καλή διάθεση που σκορπά η γιορτή, δημιουργούσαν το κατάλληλο κλίμα, να συζητήσουν και να λύσουν τις διαφορές που είχαν ανακύψει τον προηγούμενο χρόνο. Το φαγοπότι, όμως, είχε αρχίσει από το πρωί, μετά τη λειτουργία των Χριστουγέννων, για όλους, με τον «αστέρα», μοσχάρι βραστό και λουκάνικα, καθώς είχαν προηγηθεί τα χοιροσφάγια που στην Τήνο είναι μεγάλη γιορτή.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Αυτά τότε που μόνο το λάδι για τα καντήλια της εκκλησιάς ήταν ένα μεγάλο έξοδο. Αλλά σήμερα; Γιατί η λίστα αναμονής του «Κάβου» είναι συμπληρωμένη έως και το 2040; Ο Κορνήλιος είχε πει σε μια διάλεξή του εδώ στον Τριπόταμο τον Αύγουστο του 1994:
«Εν τούτοις, αυτά με κανέναν τρόπο δεν σημαίνουν απεμπόληση ή λησμονιά της παράδοσης. Συμβαδίζουν με την διαμόρφωση μιας νέας σχέσης ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν, που μπορεί να τη χαρακτηρίσει κανείς με δυο λέξεις φαινομενικά αντιφατικές, σεβασμός και μεταμόρφωση. Η αντίφαση αίρεται άμα σκεφτούμε ότι σ’ αυτό το πεδίο σεβασμός δεν σημαίνει τυφλή λατρεία και παγωμένη συντήρηση, αλλά αναζωογόνηση του παρελθόντος μέσω της μεταμόρφωσης των στοιχείων του που έτσι γίνονται σημαντικά για το παρόν.»

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Πριν διευκρίνισε ότι αφού μιλάμε για την παράδοση, ήδη έχουμε πάρει τις αποστάσεις μας από αυτήν. Υπάρχει παράδοση από γενιά σε γενιά μόνον όταν αυτή κινείται, δηλαδή εξελίσσεται και απαντά στα δεδομένα των καιρών. Σήμερα μπορεί να μην είναι τόσο μεγάλο πρόβλημα η εξασφάλιση του λαδιού των καντηλιών της εκκλησίας, όσο του «λαδιού» της ταυτότητας αυτών που μένουν ή κατάγονται από τον Τριπόταμο. Και σε αυτό απαντά ο «Κάβος». Είναι ένα έθιμο-ταυτότητα, αφού συμβαίνει μόνον εκεί, βασικό χαρακτηριστικό του μικροκλίματος του χωριού.
«Πρώτο σημείο λοιπόν: κάθε κοινωνία συνιστά τον δικό της κόσμο, επομένως γι αυτήν οι άλλες κοινωνίες οφείλουν να έχουν το νόημα που τους προσδίδει η δική της σύσταση του κόσμου. Υπάρχει όμως συγχρόνως και κάτι άλλο: η δυνατότητα να υπερβούμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτό το γνωστικό, πληροφοριακό κλείσιμο, ώστε να προσεγγίσουμε κάτι που προέρχεται από αλλού.»
Και βεβαίως η ταυτότητα ισχυροποιείται με τα μονιάσματα και τα μοιράσματα, συνήθως γύρω από ένα τραπέζι ή γύρω από πολλά, όπως τώρα στο πανηγύρι της Κοίμησης. Είναι ένα γλέντι που σεργιανά στα σοκάκια του Τριπόταμου και μπαίνει μέσα στα ανοιχτά σπίτια του. Οι πανηγυριώτες γνωρίζουν ποια σπίτια στρώνουν πλούσιο τραπέζι. Εκεί πηγαίνουν και βρίσκονται ενώπιον μιας απίστευτης ποικιλίας εδεσμάτων που είναι αδύνατον να την φανταστείς από μακριά. Τρώνε, πίνουν, εύχονται και συνεχίζουν στο επόμενο, καθώς το κέφι όλο και ανεβαίνει. Μια ανάσα του παρελθόντος που αναζωογονεί το παρόν. Του Καπετάνιου, του Σιώτη, του Κωνσταντίνου.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Ο Γερμανός Κωνσταντίνος Βράσε είναι ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος. Ο Καστοριάδης λέει ότι ελευθερία σημαίνει κατ’ αρχάς να έχουμε διαύγεια απέναντι σε αυτό που σκεφτόμαστε και αυτό που κάνουμε. Και μπορούμε να είμαστε ελεύθεροι εφόσον επιλέγουμε και συνδιαμορφώνουμε το περιβάλλον που ζούμε. Κι ο Κωνσταντίνος επέλεξε να μένει εδώ και σαρανταπέντε, σχεδόν, χρόνια στον Τριπόταμο. Πήγαινε το 1973 στη Σαντορίνη με το πλοίο «Απόλλων», αλλά ξεμπάρκαρε στην Τήνο, και έμεινε. Τώρα στρώνει τραπέζι στο σπίτι του και κερνά το δικό του κρασί, για το οποίο είναι υπερήφανος, και, φαντάζομαι, ότι θα καθίζει και στα τραπέζια του «Κάβου» όπως όλοι οι αυτόχθονες. Κι όμως, η ελευθερία είναι βασικό συστατικό της παράδοσης, όσο και η φαντασία, η δημιουργία, η αυτονομία και η μεταμόρφωση.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Γυρνάμε από σπίτι σε σπίτι που έχει αενάως στρωμένο το τραπέζι του και όλοι οι άνθρωποι του σπιτιού τρέχουν για να διατηρήσουν ζωντανή και πλούσια αυτή την ξεχωριστή πανδαισία. Τα πιάτα φεύγουν άδεια και έρχονται γεμάτα. Καινούργια ποτήρια γεμίζουν και συνδέουν εκείνους που κάθονται ήδη στο τραπέζι με εκείνους που ήλθαν τώρα. Στο σπίτι του Αργύρη Σιώτου ξεχωρίζουμε τους συνδυασμούς με σκορδαλιά της κυρίας Ειρήνης. Κάπαρη με σκορδαλιά: βράζει τους βλαστούς της κάπαρης τουρσί για να ξαρμυρίσουν. Τους βάζει στο ξύδι και αφού τους στραγγίζει τους ανακατεύει με την σκορδαλιά που στο μεταξύ έχει ετοιμάσει. Αμπελοφάσουλα σκορδαλιά: βράζει τα φασολάκια, τα στραγγίζει και τους βάζει αλάτι και ξύδι. Μετά τα ανακατεύει με την σκορδαλιά.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Η «βεντέμα» του σκόρδου συνεχίζεται και στην αίθουσα του πολιτιστικού συλλόγου που είναι σε όλη της την έκταση ένα στρωμένο τραπέζι. Η κυρία Νικολέτα έχει κάνει σκορδομακάρονα, διαφορετικά από αυτά που ξέραμε. Στο ελαιόλαδο σοτάρει κομμένες σε ροδέλες μπόλικες σκελίδες σκόρδο και τις περιχύνει με τριμμένη ντομάτα. Τη σάλτσα ρίχνει στη γαβάθα με τα βρασμένα μακαρόνια και ανακατεύει. Κερδίζουν την προσοχή μας οι λιαστές ντομάτες με κουρκούτι. Παλιά παράδοση, βλέπετε, οι λιαστές ντομάτες στις Κυκλάδες. Άφθονος ο ήλιος, αλλά και τα μικρά ντοματάκια στην Τήνο. Τα αφήνουν στον ήλιο, σχεδόν σκεπασμένα, με πολύ αλάτι. Μετά τις κάνουν αρμαθιές περνώντας τα σε σπάγκο, και τα αφήνουν να αφυδατωθούν. Όταν είναι να τις χρησιμοποιήσουν, καλή ώρα σαν και τώρα, τις βάζουν στο νερό για να μαλακώσουν, τις εμβαπτίζουν στο κουρκούτι (αλεύρι, μπύρα, νερό, αλάτι, λίγο λάδι) και τις τηγανίζουν. Στην Τήνο, όμως, έχουν περί πολλού τις αγκινάρες. Σχεδόν σαν εμβληματικό κηπευτικό. Τις καθαρισμένες κεφαλές τις βράζουν σε νερό με λάδι, ξίδι, λεμόνι και αλάτι για επτά λεπτά. Σύμφωνα με τη μέθοδο της κυρίας Ειρήνης για δέκα αγκινάρες χρειάζονται δύο ποτήρια λάδι, ένα ξίδι και μισό λεμόνι. Τις σφραγίζει σε βάζο, προσθέτει ελαιόλαδο από πάνω και τις διατηρεί στο ψυγείο.

© Nikos G. Mastropavlos / eudemonia.gr
Σε αυτό το απέραντο τραπέζι ξεχωρίζουν τα τηγανιτά ψάρια σαβόρι. Μπαρμπούνια, γόπες, κολιοί, σαφρίδια, τηγανίζονται πρώτα και μετά στο λάδι τους καβουρντίζονται ψιλοκομμένο σκόρδο, αλεύρι, νερό, ξίδι, δενδρολίβανο και πετιμέζι μέχρι να γίνουν παχύρευστη σάλτσα που με αυτήν περιχύνουν τα τηγανισμένα ψάρια. Όμως αυτό που περιχύνει με εξαιρετική νοστιμιά όλα στο πανηγύρι του Τριπόταμου είναι η ατμόσφαιρα της συντροφιάς, των δεκάδων μικρών πιάτων στη λογική του μεζέ αλλά και των μοιρασμάτων, της συνάντησης γύρω από το τραπέζι και την καλή προαίρεση της συνύπαρξης και της επίλυσης των προβλημάτων με μια πιρουνιά νόστιμο φαγητό και ένα ποτήρι κρασί.
Τριπόταμος Τήνου, Αύγουστος 1994. «Από αυτή τη σκοπιά, τη δημιουργία μιας καινούργιας σχέσης με την παράδοση, ο μόνος αληθινός κληρονόμος της αρχαίας Ελλάδας είναι η Δυτική Ευρώπη. Χωρίς να μακρηγορήσω, θα υπενθυμίσω πόσο ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός, από τον 11ο αιώνα και πέρα, και υπήρξε επαναστατικά δημιουργός και διατήρησε μια γνήσια σχέση με την παράδοση που είχε πίσω του, είτε λαϊκή, είτε «καλλιεργημένη». Η παράδοση αυτή περιλαμβάνει βέβαια κατά πρώτο λόγο τη χριστιανική κληρονομιά και αργότερα την ελληνορωμαϊκή κληρονομιά.» (Διάλεξη του Κορνήλιου Καστοριάδη)