Έτσι ήταν τα αγγούρια μας κάποτε, και, ευτυχώς, αν και σπάνια, συνεχίζουν να είναι

Μικρό αφιέρωμα στην καθαρή φύση. Το θέμα δεν είναι οι μη εξαιρετέες ρακές της ευτυχούς κατάληξης του καλού κατευόδιου στο γενέθλιο τέρμα της Άγονης Γραμμής, αλλά η γεύση που συνταιριάζεται και συναγελάζεται μαζί τους. Ξυλάγγουρα, νόστιμο ήμαρ, άρωμα καθαρότητας, τραγανή γεύση Μικρής Πατρίδας, άνυδρης, σκληρής σαν βράχος, πυρωμένης από τις ακτίνες του φλογερού στα μέρη του Νότου ήλιο, δροσισμένη μόνο από τις χαμηλές πτήσεις της ομίχλης του μπονέντη στις κορφές των ορέων, και του παραθαλάσσιου σύννεφου της αλισάχνης, που όλα τα νοστιμεύει πολύ πιο πέρα από την οριογραμμή του χειμερίου κύματος, μέχρι τα χωράφια στη Βρύση, στο Κατάρτι και στην Αμμούα που κάνουν αγγουριές.
Ό,τι δεν έχει τη δυνατότητα να γεννήσει ξανά τον εαυτό του, δεν είναι φυσικό. Αυτά τα αγγούρια που έχουμε συνηθίσει να αγοράζουμε στην πόλη, έχουν δημιουργηθεί με διασταυρώσεις στο εργαστήριο, έχουν μεγαλώσει με φυτοφάρμακα, και δεν μπορείς να το φυτέψεις και να γίνουν μια καινούργια αγγουριά. Δεν έχουν καν σπόρους (αυτό μπορεί να μας αρέσει κιόλας γιατί δεν ανεχόμαστε την παραμικρή «ενόχληση»), αλλά, ούτε και γεύση, ούτε και άρωμα. Αυτά, τα κατ’ ευφημισμό ξυλάγγουρα (καθώς είναι απίστευτα δροσερά και τραγανά) μυρίζουν από μακριά. Πιάνεις την ευωδιά τους στον αγέρα όταν περνάς κοντά από το χωράφι που είναι φυτεμένα, χωρίς να τα βλέπεις.

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR
Αυτά τα αγγούρια αν τα φυτέψεις τον επόμενο χρόνο, στα τέλη της άνοιξης, θα γίνουν αγγουριές, θα ανθίσουν, και θα καρπίσουν. Όχι τα ίδια, βέβαια, αλλά οι σπόροι τους. Γι’ αυτό άφηναν τα σποράγγουρα να ωριμάσουν μέχρι το τέλος, να κιτρινίσουν, να μεστώσουν και να σκληρύνουν μέσα τους οι σπόροι. Μερικά αγγούρια δεν κόβονται στην εποχή τους, αλλά τα αφήνουν μέχρι το τέλος. Δύο ή και τρία αγγούρια, καμουφλαρισμένα, χωμένο το μισό μέσα στο χώμα και το άλλο μισό μέσα στα φύλλα της αγγουριάς. Φανταστείτε κάποιος κακοθελητής να τα πάρει ή τα παιδιά να τα καταστρέψουν χωρίς να ξέρουν, όπως συνέβη μια χρονιά με τον πάππου μου.

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR
Ο πάππους ο Χριστόφορος έβαζε κάθε χρόνο αγγουριές στο χωράφι της Μαρούκλας του Σπανού. Το καλούργιζε πριν με το ζευγάρι (στην αρχή μουλάρι και γαϊδούρα και μετά δύο γαϊδούρια) που έσερνε ξύλινο άροτρο, και την κατάλληλη εποχή φύτευε τις αγγουριές. Ελάχιστες φορές κουβαλούσε με το γαϊδουράκι νερό της βροχής που αποθησαύριζε στη στέρνα, και με ένα «ντενεκούλι» στάλαζε λίγο νερό στο «λακουάκι» με τον σπόρο. Σίγουρα τους στάλαζε νερό τουλάχιστον άλλη μια φορά, όταν τις «περίχωνε», έχωνε δηλαδή ξανά τον βλαστό τους στο χώμα, για να γίνει η μια αγγουριά δύο και να αντλούν από περισσότερα σημεία παραπάνω «ανάωση» από το χώμα και να βγάλουν περισσότερα λευκά άνθη.

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR
Κάποιοι άνθρωποι συνεχίζουν, περίπου με τον τρόπο του πάππου, να φυτεύουν αυτή την ποικιλία των αγγουριών, και να μας δίνουν την ίδια χαρά που μας έδινε και εκείνος, όταν έφερνε στο σπίτι τα πολύ τρυφερά, πρώτα αγγούρια, με τα ακανόνιστα σχήματα, άλλα στραβά, άλλα πράσινα, άλλα πιο λευκά, άλλα κοντόχοντρα που τα λέγαμε «γιόθους». Το πρώτο πράγμα που αναζητώ μόλις πάω καλοκαίρι στο νησί, είναι τους καρπούς του Κώστα, του Φιλιππή, του Γιζέπη και των άλλων ρομαντικών, όσο κι αν τα χρεώνουν. Ούτως ή άλλως είναι για εμένα πολύτιμα, πραγματικό νόστιμο ήμαρ, με ευωδιαστό σκέτο αγγούρι, μόνο με αλάτι από τους αρούς του Πατινιώτη στα Αρμάθια, και ρακές από την γείτονα Κρήτη. Σκέφτομαι, αν τα εγγόνια μας θα μάθουν ποτέ τι γεύση έχει και πως μυρίζει το πραγματικό αγγούρι. Θα ξέρουν άραγε ότι το φυσικό αγγούρι ήταν πρώτα ένας σπόρος, και μετά ένα άνθος, πριν γίνει καρπός και πάλι σπόρος. Και, σίγουρα, δεν θα είναι, ποτέ, τόσο νόστιμο, γιατί θα απουσιάζει από τη ζωή τους, η ανάλογη παρουσία του δικού μου πάππου, των ανθρώπων που είχαν καθαρή σχέση με τη γη, τη φύση και τη τροφή.