Uncategorized

Οι ασκορδουλάκοι της θάλασσας και τα μινωικά μυστήρια της παραλίας του Κομμού

Ασκουρδουλάκοι της θάλασσας τουρσί.

Δεν μπορούμε (ή και δεν θέλουμε) να απομακρυνθούμε από το μινωικό παρελθόν μας, όσο κι αν οι χιλιετηρίδες μας σπρώχνουν μακριά του. Αισθανόμαστε στα γυμνά πόδια μας ζεστή την αμμουδιά που σκεπάζει τα σημαίνοντα ερείπια του πρώτου ευρωπαϊκού πολιτισμού καταμεσής της Μεσογείου, καθώς περπατάμε στην απέραντη παραλία του Κομμού, του λιμανιού της Φαιστού, την έξοδο της Μεσαράς στο Λιβυκό πέλαγος και σε όλη τη μεγάλη θάλασσά μας. Αλλά πιο πολύ ακόμη και από τα ερείπια, μας κρατά ζεστούς με το παρελθόν μας οι συνήθειες των ανθρώπων που αλλάζουν, ουσιαστικά παραμένοντας ίδιες, όπως οι συγκεντρώσεις τους γύρω από εκκλησάκια-ιερά κορυφής, και, κυρίως, από πανηγυρικά τραπέζια με υλικά χιλιόχρονων γαστρονομικών παραδόσεων, γιατί είμαστε αυτό που τρώμε, στο ίδιο τοπίο στο οποίο συνεχίζουμε να ενδιαιτούμε, με παρόμοιες αξίες και κοινή την ενέργεια της χαρμόσυνης ζωής. Μίνωας μπορεί να σημαίνει «Μακαριότατος» ή και «Πανευτυχής», μια επιδίωξη που δεν έπαψε ποτέ να μας συγκινεί.

Η παραλία και ο αρχαιολογικός χώρος του Κομμού. Ακουαρέλα Ειρήνη Ηλιοπούλου

Η παραλία και ο αρχαιολογικός χώρος του Κομμού. Ακουαρέλα Ειρήνη Ηλιοπούλου

Οι βολβοί των μινωικών ανακτόρων, ιδιαιτέρως των παραθαλάσσιων, μας φέρνουν πιο κοντά στη γεύση του προγονικού πολιτισμού μας. Ο άνθρωπος που βαδίζει σκυφτός σε αυτήν την παραλία – που το διεθνούς φήμης περιοδικό «Forbes» την χαρακτήρισε το 2018 η καλύτερη του κόσμου – κινείται με δυσκολία καθώς τα πόδια του βουλιάζουν στην παχιά άμμο, ενώ ο χρόνος δείχνει να έχει σταματήσει. Πάντα οι άνθρωποι σε αυτό το τεράστιο αμμουδερό χαμόγελο (που οι αρχαιολόγοι τοποθετούν τον θρόνο του Μίνωα, αλλά και τον Λαβύρινθο που ζούσε ο Μινώταυρος) αναζητούσαν στο τέλος του χειμώνα έως και την προχωρημένη άνοιξη – οι πολύτιμες βροχές το καθορίζουν στα μέρη του Νότου – ένα «ξαπλωμένο» στην άμμο φυτό, ανέσκαπταν τις ρίζες του (τώρα με έναν μικρό σουγιά, την εποχή του Χαλκού με ένα μαχαιράκι ή άλλο αιχμηρό εργαλείο, μπορεί και οστέινο) για να αποκαλύψουν τους ασκορδουλάκους της θάλασσας. Είχαν προηγηθεί το φθινόπωρο οι ασκορδουλάκοι της στεριάς, που καθώς αναπτύσσονται στο χώμα, σε καλύτερες συνθήκες για τα φυτά, είναι μεγαλύτεροι, το άνθος τους ψηλώνει πολύ περισσότερο, οι βολβοί είναι πιο βαθιά, και απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια για να έρθουν στην επιφάνεια.

Ασκουρδάλακοι της θάλασσας σε βάζο

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR

Όταν έφτασε στα χέρια μου ένα βάζο με αυτούς τους βολβούς της άμμου τουρσί – δώρο της Λουΐζας Καραπιδάκη – φάνταζε στα μάτια μου ως ένα από τα μινωικά και άλλα, κυρίως γευστικά, κρητικά μυστήρια. Γνώριζα, βέβαια, τους ασκορδουλάκους της στεριάς, μια αυθεντική νοστιμιά που με άλλα ονόματα (βεργοί, σκορδαψιοί, σκορταλιές, καλοήρια, κοκάρια, αγριοκρέμυδα, βορβοί) ευδοκιμεί σε όλο τον ελληνικό χώρο. Δεν ήμουν σίγουρος καν ότι υπήρχαν ως ξεχωριστή ποικιλία βολβών. Το μόνο στοιχείο που είχα ήταν το βάζο με τους ίδιους τους ασκορδουλάκους, και τις αναμνήσεις της Λουΐζας από τον πατέρα της, ο οποίος, αν και ζούσε στην πόλη του Ηρακλείου, τους αναζητούσε λόγω της μεγαλύτερης νοστιμιάς τους, ίσως και της σπανιότητάς τους, αφού, όπως έλεγε, ένας ασκορδουλάκος που έβγαινε από την άμμο, αντιστοιχούσε με δέκα που ανασκάπτονταν από το χώμα. Η πρώτη κίνησή μου ήταν να στήσω το βάζο στα βράχια του νησιού μου, και να το φωτογραφίσω με φόντο τους αφρούς των κυμάτων. Και μετά να αναζητήσω πληροφορίες.

5Ασκουρδουλάκοι της θάλασσας τουρσί, φωτογραφημένοι στην ακτή.

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR

Νόμιζα ότι κυνηγούσα ένα φάντασμα, που μπορεί να μην υπάρχει, μέχρι να φτάσει η υπαρξιακή συμμετοχή του «κατεχάρη» Γιώργου Τσαβολάκη. Κι όμως υπάρχουν! «Γευστικά καμμιά σχέση δεν έχουν με εκείνους που βγαίνουν από το χώμα. Εμείς εδώ έχουμε χιλιάδες στρέμματα που λόγω Αρχαιολογικής ζώνης δεν μπορούν να κτιστούν, και βλέπεις δεκάδες ανθρώπους με τα σκαλιδάκια ( είναι και πιο εύκολη η συλλογή τους ) κάθε χρόνο και μαζεύουν. Θέλουν λιγότερο βράσιμο και η πικράδα είναι λίγο πιο έντονη αλλά γλυκιά».

Κι όμως, οι ασκουρδουλάκοι της άμμου, δεν θέριεψαν, απλώς, στη φαντασία μας, αλλά υπάρχουν και στην πραγματική ζωή, και στις αναμνήσεις των ανθρώπων, καθώς η γεύση είναι, κυρίως, ανάμνηση, όπως αυτή της Αλκυόνης Βιδάκη: «Τέλεια! Τα θυμάμαι άσπρα μικρά και νοστιμότατα! Είναι πικρά και θέλουν δύο τρία νερά αλλαγή στο βράσιμο. Έχουν λεπτά φυλλαράκια και απλώνονται στο έδαφος. Σαν χταποδάκια μοιάζουν όταν τα βγάλεις από την άμμο. Με τόσες ξενοδοχειακές μονάδες όμως σε όλες τις παραλίες δεν ξέρω αν υπάρχουν ακόμα».

Ασκορδουλάκοι της θάλασσας σερβιρισμένοι με ελαιόλαδο και ξίδι.

CREDIT: NIKOS G. MASTROPAVLOS / EUDEMONIA.GR

Μας συναρπάζει το φυσικό των ασκορδουλάκων της άμμου να επιλέγουν να ευδοκιμήσουν δίπλα στα μινωικά ερείπια, στον Κομμό, αλλά και στα Μάλια στο βασίλειο του Σαρπηδόνα, ενός από τους τρεις γιους του Δία και της Ευρώπης – οι άλλοι δύο ήταν ο Μίνωας και ο Ραδάμανθυς – στο τρίτο σε μέγεθος ανάκτορο μετά την Κνωσσό και τη Φαιστό. Φανταζόμαστε ότι ανάμεσα στα θηριώδη ξενοδοχειακά συγκροτήματα, θα υπάρχει ακόμη λίγος χώρος και γι’ αυτές τις «μικρές» μνήμες που δίνουν νοστιμιά και στις μεγάλες.

Η νοστιμιά είναι ευθέως ανάλογη του αγώνα που δίνουν οι ζωντανοί οργανισμοί να επιβιώσουν σε δύσκολα περιβάλλοντα, που έχουν όλες τις πιθανότητες εναντίον τους. Όλη η δύναμη που βάζουν για να ζήσουν, μεταποιείται σε γευστική ενέργεια. Δέστε τις πεταλίδες και τα σαλιγκάρια της θάλασσας που αγωνίζονται συνεχώς όχι μόνο να κρατηθούν ακλόνητα στο βράχο παρά τη δύναμη του κύματος, αλλά και να τραφούν από αυτό. Δέστε τα κρίθαμα, τις λαμαρίνες της θάλασσας και τους ασκορδουλάκους της άμμου, που μετουσιώνουν την καταστροφική για όλα τα άλλα φυτά αλμύρα, σε καρύκευμα και εξαιρετική γεύση.

Διαβάστε επίσης: Ασκορδουλάκοι, η αυθεντική νοστιμιά των σωθικών της γης